Ο Raweno, ο Δημιουργός των Πάντων, ήταν απασχολημένος καθώς έφτιαχνε διάφορα ζώα. Είχε μόλις αρχίσει να φτιάχνει το κουνέλι, όταν αυτό του είπε: «Θέλω να μου φτιάξεις όμορφα μακριά πόδια, μακριά αυτιά σαν του ελαφιού καθώς και αιχμηρά δόντια και νύχια σαν του πάνθηρα».
«Θα τα φτιάξω όπως μου ζητούν και θα τους δώσω ότι θέλουν», σκέφτηκε ο Raweno και χωρίς να χάνει χρόνο, άρχισε να φτιάχνει τα μακριά αυτιά, που του είχε ζητήσει το κουνέλι. Η κουκουβάγια, που ακόμα δεν είχε πάρει μορφή, καθόταν σε ένα δέντρο εκεί κοντά και περίμενε να έρθει η σειρά της. Καθώς περίμενε, άρχισε να λέει στον Δημιουργό, τι μορφή θέλει να της δώσει: «Θέλω έναν όμορφο μακρύ λαιμό σαν του κύκνου, κόκκινα φτερά σαν του καρδινάλιου, μακρύ ράμφος σαν του τσικνιά και ένα όμορφο λοφίο σαν του ερωδιού. Θέλω να με κάνεις το πιο όμορφο, το πιο γρήγορο, το πιο θαυμάσιο από όλα τα πουλιά».
Ο Raweno, φτιάχνοντας τα μακριά πόδια, που του είχε ζητήσει το κουνέλι, λέει στην κουκουβάγια: «Κάνε ησυχία. Γύρνα από την άλλη μεριά και κοίτα προς άλλη κατεύθυνση. Ακόμα καλύτερα κλείσε τα μάτια σου. Δεν ξέρεις ότι δεν επιτρέπεται να με κοιτάει κανείς όταν εργάζομαι;».
Η κουκουβάγια αντί να κάνει ότι της είπε ο Δημιουργός, του αποκρίνεται: «Κανείς δεν μπορεί να μου απαγορεύσει να κοιτάω. Κανείς δεν μπορεί να με διατάξει να κλείσω τα μάτια μου. Μου αρέσει να σε κοιτάω και δες, το κάνω αυτή την στιγμή!». Ο Raweno θύμωσε πολύ με τα λόγια της κουκουβάγιας. Την άρπαξε και της έχωσε τον λαιμό μέσα στο σώμα της. Την ταρακούνησε μέχρι που τα μάτια της έγιναν μεγάλα και τρομαγμένα. Τέλος της άρπαξε τα αυτιά κάνοντας τα να προεξέχουν από τις δύο πλευρές του κεφαλιού της. «Ορίστε», της είπε. «Αυτό θα σου γίνει μάθημα. Τώρα δεν θα μπορείς να γυρίζεις τον λαιμό σου για να βλέπεις πράγματα που δεν πρέπει. Έχεις μεγάλα αυτιά για να ακούς όταν κάποιος σου λέει ότι δεν πρέπει να κάνεις κάτι. Αν και έχεις μεγάλα μάτια, δεν θα μπορείς να με βλέπεις αφού θα ξυπνάς μόνο την νύχτα, ενώ εγώ εργάζομαι την ημέρα. Όσο για τα φτερά σου δεν θα είναι κόκκινα σαν του καρδινάλιου αλλά γκρι», και λέγοντας το τελευταίο έτριψε όλο το σώμα της κουκουβάγιας με λάσπη. «Αυτά έγιναν ως τιμωρία για την ανυπακοή σου» της είπε και την άφησε να πετάξει μακριά.
Αφού τακτοποίησε το αυθάδικο πουλί, ο Δημιουργός γύρισε να ολοκληρώσει το κουνέλι, που είχε αφήσει στην μέση. Το κουνέλι όμως φοβήθηκε τόσο από τον θυμό του Raweno, που έφυγε τρέχοντας. Έτσι το κουνέλι έμεινε ανολοκλήρωτο με τα πίσω του πόδια μόνο να είναι μακριά και χωρίς τα αιχμηρά δόντια και νύχια που είχε ζητήσει. Επίσης από τον φόβο που ένοιωσε κατά την διάρκεια της δημιουργίας του, φοβάται μέχρι σήμερα σχεδόν τα πάντα. Είναι σίγουρο ότι αν δεν είχε τρέξει τότε, θα ήταν ένα τελείως διαφορετικό ζώο.
Όσο για την κουκουβάγια, έμεινε όπως την έφτιαξε ο Δημιουργός πάνω στον θυμό του. Με κοντό λαιμό, μεγάλα μάτια και αυτιά που προεξέχουν από τα πλάγια του κεφαλιού της. Και το κυριότερο; Κοιμάται όλη την ημέρα και ξυπνάει τα βράδια.
«Θα τα φτιάξω όπως μου ζητούν και θα τους δώσω ότι θέλουν», σκέφτηκε ο Raweno και χωρίς να χάνει χρόνο, άρχισε να φτιάχνει τα μακριά αυτιά, που του είχε ζητήσει το κουνέλι. Η κουκουβάγια, που ακόμα δεν είχε πάρει μορφή, καθόταν σε ένα δέντρο εκεί κοντά και περίμενε να έρθει η σειρά της. Καθώς περίμενε, άρχισε να λέει στον Δημιουργό, τι μορφή θέλει να της δώσει: «Θέλω έναν όμορφο μακρύ λαιμό σαν του κύκνου, κόκκινα φτερά σαν του καρδινάλιου, μακρύ ράμφος σαν του τσικνιά και ένα όμορφο λοφίο σαν του ερωδιού. Θέλω να με κάνεις το πιο όμορφο, το πιο γρήγορο, το πιο θαυμάσιο από όλα τα πουλιά».
Ο Raweno, φτιάχνοντας τα μακριά πόδια, που του είχε ζητήσει το κουνέλι, λέει στην κουκουβάγια: «Κάνε ησυχία. Γύρνα από την άλλη μεριά και κοίτα προς άλλη κατεύθυνση. Ακόμα καλύτερα κλείσε τα μάτια σου. Δεν ξέρεις ότι δεν επιτρέπεται να με κοιτάει κανείς όταν εργάζομαι;».
Η κουκουβάγια αντί να κάνει ότι της είπε ο Δημιουργός, του αποκρίνεται: «Κανείς δεν μπορεί να μου απαγορεύσει να κοιτάω. Κανείς δεν μπορεί να με διατάξει να κλείσω τα μάτια μου. Μου αρέσει να σε κοιτάω και δες, το κάνω αυτή την στιγμή!». Ο Raweno θύμωσε πολύ με τα λόγια της κουκουβάγιας. Την άρπαξε και της έχωσε τον λαιμό μέσα στο σώμα της. Την ταρακούνησε μέχρι που τα μάτια της έγιναν μεγάλα και τρομαγμένα. Τέλος της άρπαξε τα αυτιά κάνοντας τα να προεξέχουν από τις δύο πλευρές του κεφαλιού της. «Ορίστε», της είπε. «Αυτό θα σου γίνει μάθημα. Τώρα δεν θα μπορείς να γυρίζεις τον λαιμό σου για να βλέπεις πράγματα που δεν πρέπει. Έχεις μεγάλα αυτιά για να ακούς όταν κάποιος σου λέει ότι δεν πρέπει να κάνεις κάτι. Αν και έχεις μεγάλα μάτια, δεν θα μπορείς να με βλέπεις αφού θα ξυπνάς μόνο την νύχτα, ενώ εγώ εργάζομαι την ημέρα. Όσο για τα φτερά σου δεν θα είναι κόκκινα σαν του καρδινάλιου αλλά γκρι», και λέγοντας το τελευταίο έτριψε όλο το σώμα της κουκουβάγιας με λάσπη. «Αυτά έγιναν ως τιμωρία για την ανυπακοή σου» της είπε και την άφησε να πετάξει μακριά.
Αφού τακτοποίησε το αυθάδικο πουλί, ο Δημιουργός γύρισε να ολοκληρώσει το κουνέλι, που είχε αφήσει στην μέση. Το κουνέλι όμως φοβήθηκε τόσο από τον θυμό του Raweno, που έφυγε τρέχοντας. Έτσι το κουνέλι έμεινε ανολοκλήρωτο με τα πίσω του πόδια μόνο να είναι μακριά και χωρίς τα αιχμηρά δόντια και νύχια που είχε ζητήσει. Επίσης από τον φόβο που ένοιωσε κατά την διάρκεια της δημιουργίας του, φοβάται μέχρι σήμερα σχεδόν τα πάντα. Είναι σίγουρο ότι αν δεν είχε τρέξει τότε, θα ήταν ένα τελείως διαφορετικό ζώο.
Όσο για την κουκουβάγια, έμεινε όπως την έφτιαξε ο Δημιουργός πάνω στον θυμό του. Με κοντό λαιμό, μεγάλα μάτια και αυτιά που προεξέχουν από τα πλάγια του κεφαλιού της. Και το κυριότερο; Κοιμάται όλη την ημέρα και ξυπνάει τα βράδια.
16 σχόλια:
μου αρέσουν πολύ οι μύθοι... ίσως όχι τόσο με ζώα όσο με ξωτικά και αερικά αλλά και αυτός... διδακτικός.
Καλησπέρα και απο εδώ :)
...έτσι εξηγούνται πολλά.
Κι εμένα μου αρέσουν οι μύθοι Μαλίνα μου και ειδικά αυτός που με αφορά! Αναρωτιόμουν τόσο καιρό για τα ματάκια μου...
Καλημέρα κι από δω!!!
Έτσι zealot-ape μου! Έψαχνα καιρό να λύσω το μυστήριο!!!
Καλημέρα!
Αχ βραδάκι έπρεπε να έρθω να το διαβάσω... Μου αρέσουν πολύ αυτοί οι μύθοι...
Καλά δεν πειράζει να ξανα έρθω και το βραδάκι χιχιχιιχι
Να ξαναρθείς Μάνια μου! Θα σου έχω και λεμονάδα, αλλά όχι σπιτική!!!
Καλημέρα κι από εδώ!
Ωραια ιστορια..Κατοχυρωθηκε για την αρχη της σχολικης χρονιας...
Ναι, αλλα το καημένο το κουνέλι την πλήρωσε τελικά χωρίς να φταίει..
Τι ματαιόδοξη αυτή η κουκουβάγια... Και φωνακλού! Πάντως, ωραίος ο μύθος :) Διδακτικός, όπως όλοι άλλωστε! Καλημέρα!
ΑΠό την άποψη του ύπνου είμαι κι εγώ κουκουβάγια: Με τα χίλια ζόρια κοιμάμαι τα βράδια, με 2 χιλιάδες ξυπνάω το πρωί.
Ωραία Αννούλα μου, να μάθουν και κάτι διαφορετικό τα παιδάκια!
Καλημερούδια!
Δεν το είχα σκεφτεί έτσι πριγκιπέσσα μου! Αλλά έτσι δεν γίνεται πάντα; Την πληρώνει αυτός που δεν φταίει!!!
Καλημέρα!
Μη μου την κακολογείς uncle scrooge, ήδη πέρασε πολλά! ;-)
Καλημέρα!
Κι εγώ έτσι ήμουν πάντα Φώτη μου! Με την πρωινή δουλειά έμαθα να κοιμάμαι σχετικά νωρίς (αν και τελευταία πάλι το παρακάνω!), αλλά δεν μπόρεσα να συνηθίσω ποτέ στο πρωινό ξύπνημα! Με τρις χιλιάδες ζόρια εγώ!!!
Καλημέρα!
Αναζητείς το ιστορικό σου βρε; Καλά κάνεις. Ελπίζω να σε βρίσκω καλά μετά το σου-κου.
Καλό απόγευμα φιλενάδα...
Ανέκαθεν θαύμαζα τις κουκουβάγιες, οπότε θα ρίξω το φταίξιμο στο λαγό (ο οποίος κατά τα άλλα θα πρέπει να με κάνει εικόνισμα, καθότι δεν τρώω ποτέ στιφάδο...)
Δημοσίευση σχολίου